top of page
Search

Μαρία Παριανού – Maria Parianou

Η Μαρία Παριανού γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1976. Σπούδασε στο τμήμα Εικαστικών της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη.

Έχει πραγματοποιήσει δύο ατομικές εκθέσεις στην gallery a.antonopoulou.art στην Αθήνα το 2011 και το 2014 και έχει συμμετάσχει σε ομαδικές, μεταξύ των οποίων Art Athina, 10η Διεθνής Μπιενάλε Μινιατούρας, Gornji Milanovac, Σερβία, 7η Διεθνής Μπιενάλε Σχεδίου, Pilsen, Τσεχία. Συμμετείχε επίσης σε οπτικοακουστικά festival με video animation και ταινίες μικρού μήκους.

Έργα της υπάρχουν σε συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Μaria Parianou was born in Thessaloniki in 1976. She graduated from School of Visual and Applied Arts, Faculty of Fine Arts, Aristotle University of Thessaloniki. She lives and works in Thessaloniki.

She has presented two personal exhibitions at gallery a.antonopoulou.art in Athens and also has participated in group exhibitions, among which Art Athina, 10nth Athens Miniature Biennale, Gornji Milanovac, Serbia, 7th International Biennial of Drawing, Pilsen, Czech Republic.

She has also participated in audio-visual festivals with video animation and short films.

Some of her works can be found in collections in Greece and abroad.

 

(Απόσπασμα από την ομιλία της κας Ευαγγελίας Διαμαντοπούλου, λέκτορα του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με τίτλο: «Αόρατες Πόλεις: Πόλεις της ευτυχίας και της δυστυχίας: Από την λογοτεχνική στην εικαστική αφήγηση»)

‘’… Στις πόλεις της, επικρατεί ένας περίπλοκος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός που διαμορφώνει λαβυρινθώδεις χώρους. Πολυώροφα ψηλά κτήρια σχηματίζουν μια συμπαγή μάζα που μόλις αφήνει ένα κομμάτι ουρανού να φαίνεται. Ο ουρανός εδώ δεν είναι το επιστέγασμα, ο προστατευτικός θόλος, αλλά η κατάκτηση. Αψιδωτές γέφυρες και εκκλησίες μιας άλλης εποχής αλλά και σύγχρονες δορυφορικές κεραίες και αυτοκίνητα προβάλλουν τον επικοινωνιακό τους ρόλο σε πόλεις από τις οποίες η επικοινωνία μοιάζει να απουσιάζει.

Πρόκειται για πόλεις χωρίς πολίτες, αφού η ανθρώπινη παρουσία σηματοδοτείται από την απουσία του ιστορικού υποκειμένου το οποίο υποκαθιστούν, κάποιες φορές, ομογενοποιημένα άτομα σαν αυτά της Μητρόπολης που κινηματογράφησε ο Φριτς Λανγκ ή του Θαυμαστού κόσμου που αφηγήθηκε ο Άλντους Χάξλευ. Εξάλλου οι ίδιες οι πόλεις είναι ανώνυμες και θα μπορούσαν να βρουν την αντιστοιχία τους σε οποιαδήποτε σύγχρονη μεγαλούπολη.

Είναι μόνο γεωμετρικές κατασκευές με την αυστηρή συνοχή των γεωμετρικών μοτίβων ενός χαλιού, πόλεις – χαλιά, όπως η Ευδοξία που συνάντησε στο ταξίδι του ο Μάρκο Πόλο, αλλά χωρίς την δική της σαφήνεια και τον ακριβή προσδιορισμό:

«Το χαλί αποδεικνύει ότι υπάρχει ένα μέρος από το οποίο η πόλη δείχνει τις αληθινές της αναλογίες, ένα γεωμετρικό σχήμα που είναι σαφές και στην παραμικρή λεπτομέρειά του», [124] θα εξηγήσει στον Κουμπλάι Χαν.

Ζωγραφισμένες με σινική μελάνη, προβάλλουν την δυναμική του δισδιάστατου σχεδίου και, ταυτόχρονα, τον μονοδιάστατο χαρακτήρα ολιστικών ουτοπιών στις οποίες ο άνθρωπος δίνει την θέση του στην μηχανή. Έχοντας εξοστρακίσει όλα τα χρώματα – εκτός από σπάνιες σηματοδοτικές αναφορές – το άσπρο και το μαύρο δημιουργούν έναν ασφυκτικό κλοιό, μια αδιεξοδική φυλακή, σαν τις φανταστικές φυλακές της ψυχής που αποτύπωσε ο Τζοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι. Πόλεις – αράχνες θα τις χαρακτήριζε ο Μάρκο Πόλο, όπως και την Οκταβία της ταξιδιωτικής του διαδρομής:

«Η βάση της πόλης είναι ένα δίχτυ που χρησιμεύει ως πέρασμα και ως στήριγμα. Όλα τα υπόλοιπα, αντί να υψώνονται προς τα πάνω, κρέμονται από κάτω: σχοινένιες σκάλες, αιώρες, σπίτια φτιαγμένα σαν σακιά, κρεμαστάρια, μπαλκόνια σαν μικρά καράβια, ασκοί νερού, καυστήρες υγραερίου, σούβλες, καλάθια κρεμασμένα σε σπάγγους, αναβατήρες, ντους, εφαλτήρια και κρίκοι για παιχνίδια., τελεφερίκ….»[99]

Το μόνο σίγουρο που αναγνωρίζει ο Μάρκο σ’ αυτήν την πόλη της ολιστικής ουτοπίας ή, καλύτερα, δυστοπίας, είναι η ντετερμινιστική βεβαιότητα του αφανισμού: «Κρεμασμένη πάνω από την άβυσσο, η ζωή των κατοίκων της Οκταβίας είναι λιγότερο αβέβαιη από ό,τι στις άλλες πόλεις. Ξέρουν ότι το δίχτυ δεν θα αντέξει περισσότερο από όσο είναι να αντέξει». [99]

Στις πόλεις, ακόμη και αυτή η βεβαιότητα του αφανισμού και της διαφυγής απουσιάζει. Η στατική δομή τους και η αδιαχώριστη συνεκτικότητά τους δίνουν την εντύπωση της αυτάρεσκης αυτάρκειας και δεν αφήνουν τα περιθώρια για εξέλιξη ή για αλλαγή. «Ή μήπως» όπως αναρωτιέται ο Μάρκο Πόλο κλείνοντας την αναφορά του στην Πενθεσίλεια, «όσο κι αν απομακρύνεσαι από την πόλη, το μόνο που τελικά κάνεις είναι να περνάς από τη μια αβέβαιη κατάσταση στην άλλη και να μην καταφέρνεις ποτέ να ξεφύγεις;» [191]…’’

Ευαγγελία Διαμαντοπούλου

Λέκτορας, Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

(Extract from Mrs. Evaggelia Diamantopoulou’s speech, lecturer of department of Communication and Mass Media, National and Kapodistrian University of Athens, with the title: “Invisible cities, cities of happiness and distress, from the literary to the visual arts’’)

…In her cities prevails a complex architectural design which shapes labyrinth like spaces. Tall high-rise buildings shape a compact mass which only just live a piece of sky to be seen. The sky here is not the capping stone, the protective dome, but the conquest. Arched bridge and churches of another time period but also satellite dishes and cars project their communicative role on cities where communication seems to be absent.

It’s about cities without citizens, since human presence is signaled by the absence of historic subject which is substituted, sometimes by homogenized individuals just like those of the Metropolis filmed by Fritz Lang or the Marvelous world narrated by Aldous Huxley. Moreover the cities themselves are anonymous and they could find their correspondence in any modern cities.

They are only geometrical constructions with the strict cohesion of geometrical motifs of a carpet, cities-carpets, just like Evdoxia, who Marco Polo met on one of his journeys, but without her clarity and specification:

“The carpet proves that there is a place from where the city shows its real proportions, a geometric shape which is clear in its every detail”, he will explain to Kublai Khan.

Drawing with Indian ink, project the dynamic two-dimensional design and simultaneously, the one-dimensional character of holistic utopia to which man gives his place to the machine. Having ostracized all colors -apart from rare signaling references– the white and the black create a suffocating ring, a dead end prison, like the imaginary prisons of the soul by Giovanni Battista Piranesi. Cities-spiders, Marco Polo would call them, just like Octavia of his travel route:

“The base of the city is a net which is used as an entrance and as a support. All the rest, instead of going upwards, hang down: rope ladders, hammocks, houses build like sacks, hangers, balconies like small ships, water utricles, gas burners, spits, baskets hanging from threads, lifts, showers, springboards and links for toys, cable cars…”

The only definite thing that Marco recognizes in this city of holistic utopia or better dystopia is the deterministic certainty of annihilation:

“Hanging above the abyss, the life of the people of Oktavia are less certain than those of other cities. They know that the net will not hold more than it is supposed to.” [99]

In the cities even this certainty of annihilation and escape is absent. The static structure and their indivisible cohesion give the impression of a self-indulgent sufficiency and do not give room for evolution or change.

“Or maybe”, Marco Polo thinks closing his reference to Penthesilia, “as much as you distance yourself from the city, the only thing you do is to cross from one uncertain situation to another and to never achieving to get away;” [191]

Evaggelia Diamantopoulou

Lecturer of department of Communication and Mass Media

National and Kapodistrian University of Athens


maria parianou_120Χ100_σινική μελάνι σε καμβα_2014

120Χ100, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_50x130_σινική μελάνι σε καμβα_2014

50×130, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_50Χ130 _σινική μελάνι σε καμβα_2014

50Χ130, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_60x120_σινική μελάνι σε καμβα_2011

60×120, σινική μελάνι σε καμβά, 2011


maria parianou_60x60_σινική μελάνι σε καμβα_2014

60×60, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_60Χ60_σινική μελάνι σε καμβα_2014

60Χ60, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_70x140_σινική μελάνι σε καμβα_2012

70×140, σινική μελάνι σε καμβά, 2012


maria parianou_70x150_σινική μελάνι σε καμβα_2014

70×150, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_80x80_σινική μελάνι σε καμβα_2014

80×80, σινική μελάνι σε καμβά, 2014


maria parianou_Indian ink on canvas_2014_70x150

Indian ink on canvas, 2014, 70×150


maria parianou_babel_2017_εγκατάσταση _200X85

babel, 2017, εγκατάσταση, 200X85


maria parianou

κυριακή 13 Ιουλίου, 09.23πμ-16.34μμ, στο Παρεκκλήσι της ουράνιας κλίμακας, του St. Antonakos, stop motion animation, διάρκεια 24 δευτερόλεπτα επαναλαμβανόμενα, 2015

bottom of page